Αλέκος Παναγούλης: O περίεργος θάνατός του την Πρωτομαγιά του 1976

Παναγούλης

1η Μαΐου του 1976. Ήταν μια ηλιόλουστη, σχεδόν καλοκαιρινή μέρα και σε όλη την Ελλάδα είχαν αρχίσει οι προετοιμασίες για τα παραδοσιακά γλέντια.

Ξαφνικά το ραδιόφωνο της ΕΡΤ (τότε δεν υπήρχαν τηλεοπτικά κανάλια και η τηλεόραση της ΕΡΤ ξεκινούσε το πρόγραμμά της το απόγευμα) διέκοψε τα τραγούδια και μετέδωσε την τραγική είδηση:

Το θάνατο του Αλέκου Παναγούλη. Το αυτοκίνητό του, ένα Fiat Mirafiori, που έτρεχε με μεγάλη ταχύτητα στη Λεωφόρο Βουλιαγμένης κατευθυνόμενο προς τη Γλυφάδα, ξέφυγε από την πορεία του…

Ξαφνικά συννέφιασε. Όχι στον ουρανό, στα πρόσωπα σχεδόν όλων των Ελλήνων, που έχασαν τον άνθρωπό τους, τον ήρωά τους. Έναν άνθρωπο που κρατούσε ψηλά τη συνείδηση των Ελλήνων, που δεν θα συμβιβαζόταν, θα συνέχιζε να δίνει μάχες για το εθνικό και το δημόσιο καλό. Αμέσως οι φήμες ότι πρόκειται για δολοφονία εξαπλώθηκαν σε όλη τη χώρα. Την επομένη, οι εφημερίδες κυκλοφόρησαν με πρώτο θέμα την πιθανή δολοφονία Παναγούλη.

Το κλίμα, έτσι κι αλλιώς, φορτισμένο, έντονα πολιτικοποιημένο, δεν μπορούσε να μην επηρεαστεί από τον ξαφνικό και αναπάντεχο χαμό του.

Ο Παναγούλης είχε αποκαλύψει αρχεία της ΕΣΑ, που θα προκαλούσαν τεράστια προβλήματα στο πολιτικό κατεστημένο και τον είχαν φέρει σε ευθεία σύγκρουση με τον Αβέρωφ. Επίσης, είναι χαρακτηριστικό ότι ο Παναγούλης ήταν έτοιμος να παραιτηθεί από την Ένωση Κέντρου – Νέες Δυνάμεις, με την οποία είχε εκλεγεί βουλευτής στις πρώτες εκλογές του 1974, λόγω της ύπαρξης πολιτικού και επίσης βουλευτή του ιδίου κόμματος, ο οποίος είχε συνεργαστεί με τους χουντικούς…

Το περίεργο τροχαίο

Ο εισαγγελέας Δημήτρης Τσεβάς, που είχε αναλάβει την υπόθεση, δήλωσε: «Ερευνάται η υπόθεσις προς πάσα κατεύθυνσιν και αφήνει μεγάλα λογικά περιθώρια στην πιθανότητα της εγκληματικής ενέργειας. Είναι περίεργο τροχαίο ατύχημα. Τόσο περίεργο, ώστε να μην μπορεί κανείς να υποστηρίξει λογικώς ότι είναι ατύχημα».

Σημειώνεται ότι εκείνες τις μέρες όλοι αναζητούν τα τρία άγνωστα αυτοκίνητα που εικάζεται ότι έβγαλαν από την πορεία το αυτοκίνητο του Παναγούλη. Υπήρξαν πολλά ερωτήματα και σημαντικές καταγγελίες από ερευνητές κι από την οικογένειά του, που δεν απαντήθηκαν ποτέ. Τελικώς σημαντικές πληροφορίες έμειναν στο σκοτάδι και οι φήμες δεν επιβεβαιώθηκαν ποτέ.

Η κηδεία του Αλέκου Παναγούλη γίνεται στις 5 Μαΐου και μεταβάλλεται σε πάνδημο δημοκρατικό συλλαλητήριο, ενώ το βασικό σύνθημα, «Ζει», που αντηχεί στην Αθήνα θα γραφτεί και στους περισσότερους δρόμους της πόλης

Ο Αλέξανδρος Παναγούλης γεννήθηκε στην Γλυφάδα. Δευτερότοκος γιος της Αθηνάς Κακαβούλη (1908-1991) και του Βασιλείου Παναγούλη, αξιωματικού του στρατού ξηράς. Αδερφός του Γεωργίου Παναγούλη, θύματος του καθεστώτος των Συνταγματαρχών, και του Ευσταθίου Παναγούλη, μετέπειτα πολιτικού άνδρα.

Η ζωή του

Από την πλευρά του πατέρα του κατάγεται από την Δίβρη (Λαμπεία) Ηλείας και από την πλευρά της μητέρας του από το Σύβρο Λευκάδας. Εξαιτίας της κατοχής από τις δυνάμεις του Άξονα, ο Α. Παναγούλης πέρασε μέρος της παιδικής του ηλικίας στη Λευκάδα. Σπούδασε στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο στην Σχολή Μηχανολόγων-Ηλεκτρολόγων.

Πολιτική

Πνεύμα ελεύθερο και δημοκρατικό, ο Αλέξανδρος Παναγούλης εντάχθηκε από νεαρή ηλικία στις κεντρώες πολιτικές δυνάμεις του τόπου: στην Ένωση Κέντρου (Ε.Κ.) του Γεωργίου Παπανδρέου. Συγκεκριμένα ο Α. Παναγούλης εντάχθηκε στην οργάνωση της νεολαίας του κόμματος – Οργάνωση Νέων της Ένωσης Κέντρου (Ο.Ν.Ε.Κ.) που μετονομάζεται στη συνέχεια σε Ελληνική Δημοκρατική Νεολαία (Ε.ΔΗ.Ν.) – για να αναλάβει μετά την μεταπολίτευση την προεδρία της στις 3 Σεπτεμβρίου του 1974.

Αντιδικτατορική δράση

Ο Αλέξανδρος Παναγούλης συμμετείχε ενεργά στον αγώνα για την επαναφορά της δημοκρατίας και εναντίον του στρατιωτικού καθεστώτος του Γ. Παπαδόπουλου (1967-1973). Λιποτάκτησε από το στράτευμα και ίδρυσε την οργάνωση Εθνική Αντίσταση. Αυτοεξορίστηκε στην Κύπρο για να καταστρώσει σχέδιο δράσης. Εκεί έρχεται σε επαφή με τους πολιτικούς άνδρες του τόπου, όπως ο Πολύκαρπος Γιωρκάτζης, με σκοπό να τους ζητήσει να συνδράμουν στην αντίσταση.

Επανέρχεται στην Ελλάδα και μαζί με στενούς του συνεργάτες σχεδιάζει την απόπειρα δολοφονίας του δικτάτορα Παπαδόπουλου την 13η Αυγούστου 1968 κοντά στη Βάρκιζα. Αποτυγχάνει και συλλαμβάνεται. Όπως σημειώνει η Οριάνα Φαλάτσι στην συνέντευξη της με τον Αλέξανδρο Παναγούλη μετά την απελευθέρωση του, η πράξη του ήταν μια πολιτική πράξη εναντίον της δικτατορίας. Η Φαλάτσι αναφέρει τον Α. Παναγούλη ως εξής: Δεν επιδίωξα να σκοτώσω έναν άνθρωπο. Δεν είμαι ικανός να σκοτώσω έναν άνθρωπο. Επιδίωξα να σκοτώσω έναν τύραννο.

Μετά από μερόνυχτα συνεχούς βασανισμού, οδηγείται ημιθανής στο νοσοκομείο και κατόπιν δικάζεται από το Στρατοδικείο στις 3 Νοεμβρίου 1962] και καταδικάζεται δις εις θάνατον, μαζί με άλλα μέλη της Εθνικής Αντίστασης, στις 17 Νοεμβρίου 196. Μεταφέρεται στην Αίγινα για την εκτέλεση η οποία όμως ματαιώθηκε χάρη στον Γ . Παπαδόπουλου, ο οποίος με προσωπική παρέμβαση στο δικαστήριο, ζήτησε την απονομή χάριτος στον καταδικασθέντα Παναγούλη.

Στις 25 Νοεμβρίου 1968 ο Παναγούλης μεταφέρθηκε από την Αίγινα στις Στρατιωτικές Φυλακές του Μπογιατίου (Σ.Φ.Μ.), όπου και του επιβλήθηκε η “ποινή του εντοιχισμού” όπως λέει ο ίδιος. Από εκεί δραπετεύει στις 5 Ιουνίου 1969, συλλαμβάνεται όμως εκ νέου και οδηγείται προσωρινά στο στρατόπεδο στου Γουδή για να μεταφερθεί μετά από ένα μήνα και πάλι στις φυλακές Μπογιατίου. Εκεί τον περιμένει η απομόνωση σε κελί που το έφτιαξαν ειδικά για τον Παναγούλη και ήταν σαν αντίγραφο τάφου. Επιχειρεί να δραπετεύσει αρκετές φορές ανεπιτυχώς. Γράφει ποιήματα ως διέξοδο. Συνεχίζει να γράφει ακόμα και όταν του κατάσχουν κάθε γραφική ύλη χρησιμοποιώντας για μελάνι το αίμα του και για χαρτί τους τοίχους του κελιού-τάφου του.

Τον Αύγουστο του 1973 – μετά από τεσσεράμισι σχεδόν χρόνια φυλάκισης – απελευθερώθηκε βάση της γενικής αμνηστίας που απένειμε το καθεστώς των συνταγματαρχών στους πολιτικούς κρατούμενους, κατόπιν της αποτυχημένης προσπάθειας του Γ. Παπαδόπουλου να φιλελευθεροποιήσει το καθεστώς του. Αυτοεξορίζεται εκ νέου, αυτή τη φορά στην Φλωρεντία της Ιταλίας, για να επαναδραστηριοποιηθεί στην αντίσταση, ουσιαστικά όμως συνεχίζει την αντίσταση στην Ελλάδα ερχόμενος κρυφά όπου και οργανώνει ομάδες αντίστασης.

Στην μεταπολίτευση ο Αλέξανδρος Παναγούλης εκλέγεται βουλευτής της Β΄ Αθηνών με την Ένωση Κέντρου-Νέες Δυνάμεις (Ε.Κ.-Ν.Δ., σήμερα Ένωση Δημοκρατικού Κέντρου) στις εκλογές της 17ης Νοεμβρίου 1974.

Επιδιώκει την απομόνωση των πολιτικών που συνεργάστηκαν με το δικτατορικό καθεστώς της Χούντας και εξαπολύει σωρεία καταγγελιών. Λίγο μετά την εκλογή του έρχεται σε ρήξη με την ηγεσία του κόμματος του γιατί είχε συγκεντρώσει στοιχεία για τη συνεργασία του Δημήτρη Τσάτσου με το χουντικό καθεστώς, με συνέπεια να αρνηθεί να συνυπάρξει με τον “προδότη” στο ίδιο κόμμα και παραιτείται. Παρέμεινε όμως στη Βουλή των Ελλήνων ως ανεξάρτητος βουλευτής. Επιμένει στις καταγγελίες του και έρχεται σε ανοιχτή αντιπαράθεση με τον Υπουργό Εθνικής Αμύνης, Ευάγγελο Αβέρωφ και τον Δημήτρη Τσάτσο. Δέχθηκε πολιτικές πιέσεις αλλά και απειλές για τη ζωή του για να αποσύρει τις καταγγελίες του, όπως διαρρήξεις στο πολιτικό του γραφείο, μηνύματα που του άφηναν άγνωστοι κλπ.

Όπως αναφέραμε παραπάνω, σκοτώνεται την πρωτομαγιά του 1976 σε ηλικία 36 ετών κατόπιν τροχαίου ατυχήματος στην λεωφόρο Βουλιαγμένης (το αυτοκίνητό του πήγε και έπεσε σε υπόγειο κατάστημα επί της λεωφόρου κάθετα στην πορεία), λίγες μέρες πριν την αποκάλυψη των φακέλων σχετικά με τα όργανα ασφαλείας της Χούντας (Φάκελος ΕΣΑ).

Η αποκάλυψη των φακέλων, που δεν έλαβε χώρα ποτέ, λέγεται ότι περιείχε αδιαμφισβήτητες αποδείξεις εις βάρος ορισμένων πολιτικών που συνεργάστηκαν με την χούντα.

news247.gr

Exit mobile version