«Αφού πέρασαν τα τρία χρόνια, ήρθε η επίπονη στιγμή της εκταφής της μητέρας μου. Έζησα ένα θρίλερ»

Η Χριστίνα μοιράζεται μια προσωπική, βαθιά οδυνηρή εμπειρία για τη διαδικασία της εκταφής της μητέρας της, τρία χρόνια μετά τον θάνατό της. Μέσα από το συγκλονιστικό κείμενό της, θέτει καίρια ερωτήματα για το πώς αντιμετωπίζουμε τον θάνατο και τι σημαίνει πραγματικά σεβασμός στον νεκρό.

Η εκταφή: μια απρόσμενα τραυματική εμπειρία

«Δεν έχει λιώσει, θα την πάμε στα… αδιάλυτα.» Ένας εργάτης κουβαλά σ’ ένα καρότσι οικοδομής κάτι που είναι καλυμμένο με το σεντόνι που είχα φέρει εγώ, όπως μου είχαν ζητήσει. Ανοίγει έναν λάκκο και αδειάζει το περιεχόμενο του καροτσιού.

Δηλαδή τη μητέρα μου. Όταν τελειώνει, σκεπάζει πρόχειρα τον λάκκο και μου λέει να τσεκάρω πού και πού αν έχει καλυφθεί καλά με χώμα. Έφυγα πιο διαλυμένη απ’ όσο τότε στην κηδεία. Μετά από μερικές μέρες, είμαι πλέον εξοργισμένη. Αν για την εκκλησία η καύση θεωρείται «περιύβριση νεκρού», αυτό που έζησα εγώ τι είναι; Οι στάχτες φαντάζουν πολύ πιο αξιοπρεπείς!

Όταν το “αντίο” δεν είναι το τέλος

Όλοι έχουμε χάσει ανθρώπους που αγαπήσαμε. Ίσως η πιο σκληρή στιγμή να είναι η ταφή, γιατί εκεί νιώθεις ότι το «αντίο» είναι οριστικό. Όταν όμως δεν υπάρχει μόνιμος τόπος ανάπαυσης, το «αντίο» γίνεται κάτι επαναλαμβανόμενο και πολύ πιο επίπονο.

Με το τέλος της τριετούς περιόδου στο κοιμητήριο, έρχεται και η ειδοποίηση από τον δήμο για την εκταφή. Σημείωση: ούτε μια μέρα καθυστέρηση δεν επιτρέπεται χωρίς χρέωση – 100 ευρώ τον μήνα είναι το κόστος (δηλαδή: έλα τώρα, περιμένουν κι άλλοι!).

Η μέρα της εκταφής

Ήρθε λοιπόν η μέρα. Ο κόμπος στο στομάχι, οι αναμνήσεις, ο πόνος, όλα εκεί. Είμαστε στο νεκροταφείο από τις επτά και μισή το πρωί, σχεδόν πριν ξημερώσει, και παίρνουμε πρώτοι σειρά.

Έρχεται ένας μικρός φορτωτής και δύο εργάτες, που ξεκινούν τη δουλειά αμέσως. Μέσα σε λίγα λεπτά, και αφού βρισκόμαστε σε ασφαλή απόσταση, μας ενημερώνουν: «Πλησίασε, δεν έχει λιώσει, θα την πάμε στα… αδιάλυτα». Το μυαλό σταματά να λειτουργεί, ακολουθώ μηχανικά τον εργάτη που σπρώχνει το καρότσι με το σεντόνι.

Προχωράμε σε μια γωνιά του νεκροταφείου όπου υπάρχουν μόνο στήλες με ονόματα. Εκεί ανοίγει έναν λάκκο και αδειάζει μέσα τη μαμά μου.

Μόλις τον κλείνει πρόχειρα, μου λέει να ελέγχω αν έχει αρκετό χώμα από πάνω. Δεν θέλω καν να σκεφτώ τι μπορεί να συμβεί αν δεν είναι καλυμμένο καλά.

Ανάμεσα σε σκιές και σκεπασμένους νεκρούς

Όταν πλησιάζω στο σημείο, συνειδητοποιώ πως για να φτάσω εκεί που θα «φιλοξενηθεί» η μητέρα μου για τους επόμενους έξι μήνες, πρέπει ουσιαστικά να περπατήσω πάνω από άλλες σορούς καλυμμένες με χώμα. Δεν υπερβάλλω.

Έφυγα πιο ράκος από τότε που την αποχαιρέτησα την πρώτη φορά. Και μια εβδομάδα μετά, είμαι πια θυμωμένη. Αν αυτό δεν θεωρείται προσβολή για τον νεκρό, τότε τι είναι;

Το γιατί γράφεται αυτό το κείμενο

Ξέρω ότι το θέμα που περιγράφω δεν ταιριάζει με ό,τι συνηθίζεται να μοιράζεται εδώ. Όμως, αν υπάρχει έστω και μία πιθανότητα κάποιος να μην χρειαστεί να ζήσει κάτι αντίστοιχο, τότε άξιζε να το γράψω.

Το ηθικό –όχι απαραίτητα χριστιανικό– δίδαγμα; Οι στάχτες είναι πιο αξιοπρεπείς. Καύση και ξανά καύση.

Χριστίνα

Πηγή: mikropragmata.lifo.gr

Exit mobile version