Η Αλίσια Κοζάκιεβιτς ήταν 13 ετών όταν ξεγλίστρισε από το σπίτι της, στο Πίτσμπουργκ, για να συναντήσει κάποιον με τον οποίο μιλούσε στο διαδίκτυο. Ακολούθησε ένας εφιάλτης.
Σήμερα, 27 ετών, η Αλίσια έχει κάνει αποστολή της να προστατεύσει άλλα παιδιά από αυτό που έζησε η ίδια. Αυτή είναι η ιστορία της, όπως την διηγήθηκε στο BBC:
Θυμάμαι τα Χριστούγεννα του 2001. Η πρωτοχρονιά ήταν πάντα ημέρα γιορτής για την οικογένειά μου. Κάναμε ένα μεγάλο γεύμα. Εκείνη τη χρονιά ήταν η μητέρα μου εκεί, ο πατέρας μου, ο αδερφός μου, η κοπέλα του και η γιαγιά μου. Εκείνες ήταν οι τελευταίες στιγμές που η παιδική μου ηλικία ήταν ήρεμη. Οταν ήμουν απλά η Αλίσια.
Κάποια στιγμή ανάμεσα στο δείπνο και το γλυκό, ζήτησα από τη μητέρα μου να πάω να ξαπλώσω γιατί είχα στομαχόπονο. Αυτό που έκανα όμως ήταν να ανοίξω την πόρτα και να πάω να συναντήσω κάποιον που πίστευα ότι ήταν φίλος μου.
Δεν ήταν στον χαρακτήρα μου. Ημουν ένα παιδί που φοβόμουν πραγματικά το σκοτάδι και ποτέ δεν έβγαινα μόνη μου έξω το βράδυ, χωρίς κάποιον ενήλικα.
Θυμάμαι να περπατάω στο δρόμο, που ήταν καλυμμένος από πάγο και κανείς να μην κυκλοφορεί. Είχε ησυχία. Στάθηκα σε μία γωνία και ξαφνικά μία μικρή φωνή, η διαίσθησή μου, είπε «Αλίσια, τι κάνεις; Αυτό είναι πραγματικά επικίνδυνο. Πρέπει να γυρίσεις στο σπίτι». Αρχισα να περπατάω προς τα πίσω αλλά άκουσα το όνομά μου και είδα ένα αυτοκίνητο με αυτόν τον άνδρα. Αμέσως φοβήθηκα για τη ζωή μου.
Μέχρι τότε η παιδική μου ηλικία ήταν εκπληκτική. Ο μεγαλύτερος αδερφός μου με έβαλε στο ίντερνετ. Επαιζε πάντα παιχνίδια online και διαπίστωσα ότι ήταν ένας ωραίος τρόπος να παίζεις με άλλους. Αυτό νόμιζα πως ήταν. Ηταν η εποχή που το διαδίκτυο έμπαινε στο σπίτι και οι γονείς μας νόμιζαν ότι μας είχαν κάνει ένα υπέροχο δώρο. Μου είχαν μιλήσει για τους επικίνδυνους αγνώστους, αλλά αυτό είχε διαφορά από κάποιον που μπορεί να γνώριζες online. Το 2001 ελάχιστοι μάθαιναν στα παιδιά τους ότι το ίντερνετ μπορεί να είναι επικίνδυνο.
Μπήκα online και με τους φίλους μου μιλούσαμε για διάφορα πράγματα. Ενιωθα ασφαλής. Υπήρχε κάποιος, ένα αγόρι που πίστευα ότι είναι στην ηλικία μου, που δεν το ήξερα και του άρεσε ό,τι και σε εμένα. Ακουγε ό,τι είχα να πω μέρα και νύχτα, με συμβούλευε. Είχα κάποιον να πω τα παράπονά μου και να με παρηγορήσει για 8-9 μήνες πριν από την απαγωγή μου. Ηταν εκείνος που πήγα να συναντήσω την πρωτοχρονιά και που με απήγαγε με το αυτοκίνητό του.
Κρατούσε το χέρι μου τόσο σφιχτά που νόμιζα ότι είχε σπάσει και μου φώναζε εντολές. «Κάτσε καλά, κάτσε ήσυχα!». Αν δεν υπάκουα, είπε, θα με έβαζε στο πορτμπαγκάζ. Εφυγε γρήγορα και πέρασε το σπίτι μου. Σκέφτηκα «ίσως απλά οδηγήσει γύρω στο τετράγωνο». Μετά «ίσως απλά πάει ως την επόμενη γειτονιά». Πρόσεχα τα ονόματα των δρόμων και άρχισαν να είναι άγνωστοι σε εμένα.
Κάποια στιγμή, το αυτοκίνητο έφτασε σε σταθμό διοδίων και θυμάμαι ότι σκέφτηκα «Αυτή είναι η ευκαιρία μου. Τώρα θα σωθώ γιατί ο άνθρωπος στα διόδια θα δει ένα παιδί να κλαίει, θα αναρωτηθεί τι συμβαίνει, θα καλέσει την αστυνομία και όλο αυτό θα τελειώσει».
Όμως, ο άνδρας στα διόδια δεν με είδε ή δεν σκέφτηκε ότι κάτι δεν πήγαινε καλά και το αυτοκίνητο έφυγε.
Θυμάμαι να βλέπω από το παράθυρο τους τηλεφωνικούς θαλάμους και να σκέφτομαι «Αν μπορούσα να πάω σε έναν, τι θα έλεγα στην οικογένειά μου; Πώς θα ξεφύγω από αυτό, θα τους δώσω να καταλάβουν ότι είμαι σε κίνδυνο;».
Δεν υπάρχουν λέξεις να περιγράψουν το φόβο και τον τρόμο που ένιωθα σκεπτόμενη ότι αυτός ο άνθρωπος μπορούσε να σταματήσει να οδηγεί και να με σκοτώσει ανά πάσα στιγμή. Συνέχισε να οδηγεί για περίπου πέντε ώρες, από το Πίτσμπουργκ, στη Βιρτζίνια. Τελικά το αυτοκίνητο σταμάτησε, με τράβηξε έξω και με έσυρε στο σπίτι του. Συνέχισε να με σέρνει στις σκάλες, έμοιαζε μία αιωνιότητα.
Μόλις με έβαλε στο υπόγειο, είδα μία πόρτα με λουκέτο και με έβαλε μέσα. Στο μυαλό μου υπήρχαν όλες αυτές οι συσκευές που το 13χρονο μυαλό μου δεν μπορούσε να συλλάβει. Μετά μου έβγαλε τα ρούχα, με κοίταξε και είπε «Αυτό θα είναι πραγματικό σκληρό για εσένα. Είναι ΟΚ να κλάψεις».
Αφού μου έβαλε ένα κολάρο σκύλου που κλείδωνε και με έσυρε πάνω στο δωμάτιό του, με βίασε. Με έδεσε με αλυσίδες στο έδαφος, δίπλα στο κρεβάτι του. Με βίαζε, με χτυπούσε και με βασάνιζε σε αυτό το σπίτι για τέσσερις ημέρες.
Οταν του αντιστάθηκα, κατέληξα με μία σπασμένη μύτη. Ηδη είχε απαγάγει ένα παιδί, ήδη μου είχε κάνει απερίγραπτα πράγματα, γιατί να ήταν ο φόνος κάτι που δεν μπορούσε να κάνει;
Την τέταρτη μέρα μου είπε: «Αρχίζεις να μου αρέσεις πολύ. Απόψε θα πάμε βόλτα». Εκείνη τη στιγμή ήξερα ότι δεν μπορούσα να κάνω τίποτα. Ηξερα ότι θα με σκοτώσει. Εκείνη την ημέρα με τάισε για πρώτη φορά σε τέσσερις ημέρες και έφυγε για τη δουλειά.
Θυμάμαι να κλαίω και να προσεύχομαι και σκεφτόμουν όλα τα πράγματα που θα μπορούσα να κάνω αν ήμουν πιο δυνατή, αν ήμουν ένας υπερήρωας από ταινία. Σκέφτηκα «Θα με σκοτώσει, αλλά δεν θα πέσω χωρίς μάχη και ίσως θα μπορούσα να κερδίσω». Αλλά συνειδητοποίησα ότι ήδη είχα χάσει πολλές φορές. Και σύντομα χάθηκαν οι ελπίδες μου.
Σκεφτόμουν πολύ τους γονείς μου εκείνες τις ημέρες. Ηξερα ότι με έψαχναν και ότι με αγαπούσαν. Δεν είχα καμία αμφιβολία ότι θα με βρουν. Μπορούσαν να μετακινήσουν βουνά και θα έκαναν τα πάντα για να με κρατήσουν ασφαλή. Ηξερα ότι δεν θα σταματούσαν μέχρι να με βρουν. Το ερώτημα ήταν αν θα με έβρισκαν ζωντανή ή νεκρή. Σκέφτηκα «Πότε ήταν η τελευταία φορά που τους είπα ότι τους αγαπώ; Ηξεραν πόσο τους αγαπούσα;».
Άρχισα να αποδέχομαι τον ίδιο μου τον θάνατο. Έπεσα σε κάτι σαν λήθαργο. Αλλά τότε άκουσα τον ήχο θυμωμένων ανδρών, που χτυπούσαν την πόρτα κάτω. Επειδή είχα χάσει κάθε ελπίδα, νόμιζα ότι ήταν εκεί για να με σκοτώσουν, οπότε γλίστρησα κάτω από το κρεβάτι για να κρυφτώ και έμεινα όσο πιο ήσυχη μπορούσα. Τους άκουγα να κινούνται γρήγορα μέσα στο σπίτι.
Πρέπει να έκαναν θόρυβο γιατί άκουσα κάποιον να λέει ”Κίνηση εδώ!”. Είδα μπότες να έρχονται κοντά στο κρεβάτι. Ενας άνδρας μου ζήτησε να βγω από το κρεβάτι και να σηκώσω τα χέρια μου ψηλά. Θυμάμαι να σέρνω την κρύα, βαριά αλυσίδα και να προσπαθώ να σηκώσω τα χέρια μου, αλλά ταυτόχρονα να προσπαθώ να καλυφθώ. Δεν φορούσα ρούχα. Είδα την κάνη ενός όπλου.
Σκέφτηκα «Ετσι θα πεθάνω. Αυτό είναι». Τότε ο άνδρας γύρισε και είδα το FBI στο πίσω μέρος του μπουφάν του και όλοι αυτοί οι αστυνομικοί έτρεξαν στο δωμάτιο. Εκοψαν την αλυσίδα από τον λαιμό μου και με βοήθησαν να σηκωθώ. Με απελευθέρωσαν. Μου έδωσαν μία δεύτερη ευκαιρία στη ζωή. Αυτοί οι άνδρες και οι γυναίκες είναι οι άγγελοί μου.
Οσο ήμουν αιχμάλωτη, ο απαγωγέας μου δημοσίευσε online την κακοποίησή μου. Ενας από εκείνους που είδαν το υλικό αναγνώρισε αυτό το μικρό κορίτσι από μία αφίσα με αγνοούμενα παιδιά. Πρέπει να τονίσουμε ότι τα περισσότερα παιδιά σώζονται από αφίσες και ειδοποιήσεις στην τηλεόραση, το διαδίκτυο και αλλού. Αν δείτε κάτι τέτοιο, σας παρακαλώ να δώσετε προσοχή.
Αυτός ο άνθρωπος πήγε σε έναν τηλεφωνικό θάλαμο, κάλεσε το FBI και τους έδωσε το όνομα που χρησιμοποιούσε στο διαδίκτυο ο απαγωγέας. Το FBI εντόπισε την IP address του και έφτασαν σε εμένα. Ηταν ένα θαύμα. Ουσιαστικά, ένα τέρας αποκάλυψε ένα άλλο τέρας. Είμαι τόσο τυχερή.
Αν οι αστυνομικοί είχαν σταματήσει για καφέ, ή αν είχε χαλάσει το αυτοκίνητό τους, ίσως να μην ήμουν εδώ. Επρόκειτο να φτάσει στο σπίτι του περίπου στις 4.30 μ.μ. και οι αστυνομικοί έφτασαν στις 4.10 μ.μ.
Με την οικογένειά μου υποσχεθήκαμε ότι θα κάνουμε τη διαφορά, θα βοηθήσουμε να σωθούν άλλα παιδιά και οικογένειες. Συνειδητοποιήσαμε ότι ένας παράγοντας ήταν πως δεν διδάσκεται στα σχολεία η ασφάλεια στο διαδίκτυο. Οταν κατάφερα να το ξεπεράσω, στα 14 μου, άρχισα να πηγαίνω σε σχολεία, να κάνω παρουσιάσεις και να μοιράζομαι την ιστορία μου. Σήμερα, σχεδόν 14 χρόνια αργότερα, συνεχίζω την αποστολή μου, λέω τι μου συνέβη και συμβουλεύω οικογένειες για την ασφάλεια στο διαδίκτυο.
Τώρα κάνω μεταπτυχιακό στην ιατροδικαστική ψυχολογία και θα αποφοιτήσω σε λίγους μήνες. Σκοπεύω να δουλέψω με παιδιά και οικογένειες που έχουν επηρεαστεί από απαγωγές ή σεξουαλική εκμετάλλευση ανηλίκων.
Για χρόνια πάσχιζα στις προσωπικές μου σχέσεις. Τα πιο τρυφερά αγγίγματα μπορεί ξαφνικά να φαίνονταν κακόβουλα. Ομως, την ημέρα μετά από την αποφοίτησή μου θα παντρευτώ. Ο αρραβωνιαστικός μου υποστηρίζει την αποστολή μου, είναι υπέροχος άνθρωπος και πάνω από όλα υπέροχος φίλος.
Αυτό που είναι σημαντικό να θυμάστε, και μου πήρε καιρό για να το μάθω, είναι πως ο βιασμός είναι σχετικός με τη δύναμη και τον έλεγχο, η αγάπη ποτέ δεν είναι έτσι.