Η ραγδαία αύξηση του πληθυσμού των αλεπούδων στην ύπαιθρο και τους βιότοπους απειλεί την ισορροπία της πανίδας και προκαλεί έντονη ανησυχία στους γεωργοκτηνοτρόφους, τους κυνηγούς και το Ταμείο Θήρας, που συμφωνούν με την τροποποίηση του νόμου που προτείνει ο Βουλευτής του ΔΗΣΥ Ανδρέας Κυπριανού, ώστε η αλεπού να καταστεί θήραμα και ως εκ τούτου να ελέγχεται πληθυσμιακά από το Ταμείο Θήρας.
Από τον εισηγητή της πρότασης νόμου και τους εμπλεκόμενους φορείς ξεκαθαρίστηκε ότι η τροποποίηση του νόμου δεν θα καθιστά την αλεπού θήραμα για κυνήγι και δεν θα περιλαμβάνεται στις άδειες κυνηγίου.
Η πρόταση νόμου του κ. Κυπριανού συζητήθηκε την Τετάρτη από την Κοινοβουλευτική Επιτροπή Περιβάλλοντος.
Σε δήλωση μετά τη συνεδρία, ο Πρόεδρος της Επιτροπής Αδάμος Αδάμου ανέφερε ότι το θέμα με τις αλεπούδες χρονολογείται. Πρόσθεσε ότι προτάθηκαν πολλά μέτρα, τα οποία δεν εφαρμόστηκαν και επεσήμανε ότι η Επιτροπή Περιβάλλοντος για άλλη μια φορά διαπίστωσε την ασυνεννοησία και την έλλειψη συντονισμού μεταξύ των υπηρεσιών που επιδεινώνεται με τον κατακερματισμό των αρμοδιοτήτων.
Ο κ. Αδάμου διευκρίνισε ότι η τοποθέτηση της αλεπούς στην κατηγορία θήραμα δεν σημαίνει ότι ο κυνηγός που θα βρει αλεπού θα την πυροβολεί. Είπε ακόμα ότι το κείμενο της πρότασης νόμου θα τροποποιηθεί κατά τρόπο που να επιφέρει το ίδιο αποτέλεσμα και θα βρίσκεται ενώπιον της Επιτροπής Περιβάλλοντος για τοποθέτηση την ερχόμενη Τετάρτη.
Ο προϊστάμενος του Ταμείου Θήρας Παντελής Χατζηγέρου ανέφερε ότι εφόσον η αλεπού ενταχθεί στα θηράματα, θα μπορεί να τύχει διαχείρισης καθώς στο παρόν στάδιο παρουσιάζεται τεράστια αύξηση στο πληθυσμό της.
Ο κ. Χατζηγέρου είπε ότι τα τελευταία 15 χρόνια δεν υπήρξε διαχείριση της αλεπούς με αποτέλεσμα να παρουσιάζονται τεράστια προβλήματα με τους θηραματικούς πληθυσμούς να κινδυνεύουν με αφανισμό, ενώ παρατηρήθηκε σοβαρότατο πρόβλημα με τα δολώματα που τοποθετούν οι γεωργοί για να προστατεύσουν τα ζώα τους, αφού δεν έχουν άλλο τρόπο.
Απαντώντας σε ερώτηση, ανέφερε ότι από τις μελέτες της Υπηρεσίας Περιβάλλοντος και τα στοιχεία του Ταμείου Θήρας φαίνεται ότι από το 2006 μέχρι το 2013 ο πληθυσμός των αλεπούδων αυξήθηκε δραματικά. Εξήγησε ότι το 2006 για κάθε 120 λαγούς καταμετρούνταν 73 αλεπούδες, το 2013 για κάθε 119 λαγούς καταμετρούνται 125 αλεπούδες, αναλογία που καταδεικνύει μη υγιές περιβάλλον.
Ο κ. Χατζηγέρου ανέφερε ότι με βάση μελέτη στη λίμνη της Ορόκλινης το 2012 μετρήθηκαν 4 αλεπούδες, το 2013 μετρήθηκαν 9 και το 2014 μετρήθηκαν 79 αλεπούδες, γεγονός που καταδεικνύει ραγδαία αύξηση.
Εξήγησε ότι η αλεπού δεν θεωρείται προστατευόμενο είδος στην Κύπρο, είναι περίπου προστατευόμενο ενώ μέχρι το 2003 θεωρείτο επιβλαβές.
Ο εισηγητής της πρότασης νόμου ανέφερε ότι η διαχείριση της αλεπούς από την Υπηρεσία Περιβάλλοντος παρουσίασε τεράστια προβλήματα. Πρόσθεσε ότι σε όλες τις χώρες της ΕΕ είναι θηρεύσιμο είδος, για να εκφράσει την άποψη ότι μόνο στην Κύπρο θεωρείται προστατευόμενο.
Ο κ. Κυπριανού ανέφερε ότι οι αριθμοί των αλεπούδων έχουν ξεφύγει με αποτέλεσμα να απειλούνται οι βιότοποι, τα υδρόβια πτηνά και ανέφερε ότι απαιτείται να εκπονηθεί σχέδιο που να διατηρεί την ισορροπία στη φύση και να διασφαλίζει τη βιοποικιλότητα.
Ο Βουλευτής του Κινήματος Οικολόγων Περιβαλλοντιστών Γιώργος Περδίκης είπε πως αναγνωρίζει ότι στις περιπτώσεις που υπάρχει πρόβλημα πρέπει να επιφέρεται μείωση του αριθμού των αλεπούδων, διατύπωσε ωστόσο τη θέση ότι με την πρόταση του ΔΗΣΥ θα δημιουργηθούν επικινδυνότητες, χωρίς να επιτευχθεί το επιθυμητό αποτέλεσμα.
Ο Πρόεδρος της Κυπριακής Ομοσπονδίας Κυνηγιού και Διατήρησης Άγριας Ζωής Αντώνης Κακουλλής ανέφερε ότι η θέση της Ομοσπονδίας πως η διαχείριση της αλεπούς πρέπει να περάσει στο Ταμείο Θήρας είναι έντονη.
Πρόσθεσε ότι η Υπηρεσία Περιβάλλοντος που έχει την αρμοδιότητα της διαχείρισης της αλεπούς δεν έκανε απολύτως τίποτε με αποτέλεσμα 50.000 πολίτες να βρίσκονται σε απόγνωση.
Αφού ανέφερε ότι η αλεπού οργιάζει στη φύση, πρόσθεσε ότι οι κτηνοτρόφοι για να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα τοποθετούν παράνομα φόλες με αποτέλεσμα να την πληρώνουν τα σκυλιά των κυνηγών και εξέφρασε επίσης την άποψη ότι πρέπει να εκπονηθεί ρυθμιστικό διαχειριστικό πρόγραμμα.