Ανήκαν σε Εβραίους και Πολωνούς κρατούμενους – Περισσότεροι από 85.000 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους στο συγκεκριμένο στρατόπεδο – Ορισμένα από τα αντικείμενα ανήκαν σε παιδιά
Είναι εκπληκτικό το πόσο απασχολεί ακόμη και σήμερα την Ευρώπη, εβδομήντα και πλέον χρόνια μετά τη λήξη του, ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος. Εφτά δεκαετίες μετά, τα ευρήματα από τη βαρβαρότητα εκείνης της «μαύρης» εποχής εξακολουθούν να βγαίνουν στην επιφάνεια και να προκαλούν σοκ σε γενιές Ευρωπαίων, η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων δεν έχει βιώσει ούτε κατά διάνοια ανάλογες συνθήκες και καταστάσεις. Τελευταίο εύρημα είναι τα εκατοντάδες ζευγάρια από άρβυλα Εβραίων και Πολωνών κρατούμενων των ναζί, τα οποία βρέθηκαν θαμμένα σε δάσος της Πολωνίας, στο «διάσημο» στρατόπεδο του Στάτχοφ.
Οι εικόνες και μόνο από το «μακάβριο» αυτό εύρημα, με τα εκατοντάδες άρβυλα να είναι θαμμένα στο χώμα, ανάμεσα στην πυκνή βλάστηση, προκαλούν σοκ και φέρνουν στο μυαλό την ανθρώπινη κτηνωδία της εποχής εκείνης, πρωταγωνιστές, εμπνευστές και δράστες της οποίας ήταν οι ηγέτες της ναζιστικής Γερμανίας. Τα άρβυλα βρέθηκαν στα πέριξ του Στάτχοφ, μαζί με άλλα ρούχα, ορισμένα εκ των οποίων ήταν για παιδιά. Σύμφωνα με τις καταγραφές, στο συγκεκριμένο στρατόπεδο έχασαν τη ζωή τους περισσότεροι από 85.000 άνθρωποι, θύματα μίας παράνοιας που ανάλογη δεν έχει βιώσει η ανθρώπινη ιστορία.
«Είναι σοκαριστικό. Μπορεί κανείς να διακρίνει ένα χαλί από άρβυλα, σόλες και άλλα εξαρτήματα των παπουτσιών», δήλωσε αυτόπτης μάρτυρας, κάτοικος της περιοχής. Το στρατόπεδο βρίσκεται πλέον σε περιοχή που ανήκει στην Πολωνία, στο βόρειο τμήμα της χώρας. Οι περιγραφές για όσα συνέβαιναν στο στρατόπεδο του Στάτχοφ όχι απλώς σοκάρουν, αλλά προκαλούν τις ανθρώπινες αισθήσεις. Εκτός από τη θανάτωση όλων όσων μεταφέρθηκαν εκεί, ορισμένοι, οι πιο γεμάτοι, όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά, χρησιμοποιήθηκαν για την παρασκευή σαπουνιού!
«Δουλεύουμε στο σημείο αυτό για τριάντα χρόνια, αλλά κανείς από τους υπαλλήλους μας δεν είχε διακρίνει κάτι», δήλωσε ένας από τους επικεφαλής του Μουσείου. «Θα στείλουμε τα αντικείμενα για ειδική εξέταση, ώστε να πιστοποιήσουμε την προέλευσή τους. Όμως γνωρίζουμε από πού προέρχονται…», τόνισε με αρκετή δόση μελαγχολίας η Ντανούτα Ντρίβα.
protothema.gr